Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

Ο εκχριστιανισμός των Κροατών Απόψεις για τη ζωή και το έργο των διαφωτιστών των Σλάβων Κυρίλλου και Μεθοδίου - Γεώργιος Νεκτάριος Αθ. Λόης


Ο εκχριστιανισμός των Κροατών
Απόψεις για τη ζωή και το έργο των διαφωτιστών των Σλάβων Κυρίλλου και Μεθοδίου

Δρ. Γεώργιος Νεκτάριος Αθ. Λόης, Ph.D
Καθ. (ΣΕΠ) Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου
Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών
Τακτικό Μέλος Ι.Ε.Θ.Π. - Καριπείου Μελάθρου

Η παρούσα εργασία παρουσιάστηκε στο «Καρίπειον Μέλαθρον» και δημοσιεύτηκε στον Τόμο:  Χριστιανική Μακεδονία. Η ενδοχώρα της στον κόσμο της Ορθοδοξίας της Χερσονήσου του Αίμου, Προβληματισμοί Εθνικοί και Θρησκευτικοί επίκαιροι, Τ. III, ΙΕΘΠ, Θεσσαλονίκη 2014, σσ. 404-428

Εισαγωγικά            

Οι Κροάτες είναι λαός που ανήκει στην ομάδα των Νοτίων Σλάβων. Το όνομα της φυλής των ‘Κροατών’ εμφανίζεται πλησίον στον σημερινό ρωσικό ποταμό Don, ενώ και σε αρχαία ρωσικά χειρόγραφα υπάρχει αναφορά του ονόματος «Λευκοί Κροάτες». Οι Κροάτες έφτασαν στην Χερσόνησο του Αίμου, τον 7ο αιώνα μ.Χ., ύστερα από πρόσκληση του βυζαντινού αυτοκράτορα Ηράκλειου (610-641),[1] και συγκεκριμένα πλησίον στις ακτές της Αδριατικής, όπου αντίκρισαν υπολείμματα του αρχαίου Ιλλυρικού και Κέλτικου πληθυσμού, με τους οποίους και συγχωνεύθηκαν.[2] Ως χώρος προέλευσης είναι η περιοχή των Καρπαθίων, χωρίς ωστόσο ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος να προσδιορίζει επακριβώς την αρχική κοιτίδα τους.
Από τον 7ο αιώνα μ.Χ. και μετά, οι Κροάτες κατέλαβαν περιοχή της Παννονίας, δηλαδή τη σημερινή ηπειρωτική Κροατία, και της Δαλματίας, οι οποίες ήσαν πρότερα τμήματα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μέχρι και τα τέλη του 8ου αιώνα, η Κροατία τελούσε υπό την εξουσία των Αβάρων.[3] Την περίοδο αυτή στην επικράτεια της Κροατίας συγκρούονταν δύο ρεύματα – το Βυζαντινό και το Ρωμαϊκό και προς τα τέλη του 9ου αιώνα οι Κροάτες είχαν να αντιμετωπίσουν και άλλο ένα πρόβλημα, την ουγγρική επιρροή. Η γεωγραφική θέση της Κροατίας ήταν αυτή που συνέβαλε, ώστε να βρεθεί η χώρα υπό την επίδραση του δυτικού πολιτισμού και να εκχριστιανιστούν οι Κροάτες από την επιρροή των Ρωμαίων κληρικών, με αποτέλεσμα να ασπαστούν την Καθολική πίστη υπό τον πάπα της Ρώμης, ενώ αντίθετα οι υπόλοιποι νοτιοσλαβικοί λαοί να αποδεχθούν την επιρροή του Βυζαντίου και να ασπασθούν την Ορθοδοξία.

Μετά την πτώση των Αβάρων, η παννονική Κροατία περιήλθε στη σύνθεση του κράτους των Φράγκων, τέλη 8ου - αρχές 9ου αιώνα. Η ιδιαιτέρως ευρεία επιρροή των Φράγκων έγινε αισθητή και στη δαλματική Κροατία καθώς και στα κροατικά νησιά της Αδριατικής. Στην Κροατία οι Φράγκοι είχαν παραχωρήσει τις διοικητικές εκκλησιαστικές υποθέσεις σε Κροάτες κληρικούς, οι οποίοι είχαν ασπαστεί, προηγουμένως, τη χριστιανική πίστη από τους Ρωμαίους. Η Βυζαντινή αυτοκρατορία προσπάθησε να ανακτήσει και πάλι την επιρροή της, στην βόρεια Αδριατική, χωρίς ωστόσο να το επιτύχει.   
Στις πηγές, ως ένας από τους πρώτους Κροάτες βασιλείς αναφέρεται ο Višeslav, τέλη 7ου - αρχές 8ου  μ.Χ. αιώνα, ο οποίος είχε ως έδρα του την παραθαλάσσια πόλη Nin, πλησίον στο σημερινό Ζαντάρ. Αρχές του 9ου αιώνα, ο ηγεμόνας της δαλματικής Κροατίας Borna (818-821) αγωνιζόταν στο πλευρό των Φράγκων εναντίον του Ljudevit (810-823), ο οποίος ήταν ηγεμόνας της παννονικής Κροατίας. Ο Tomislav (910-928), ηγεμόνας της δαλματικής Κροατίας, αντιστάθηκε επιτυχώς, αρχές του 10ου αιώνα, στις επιθέσεις των Ούγγρων γειτόνων του και του τσάρου της Βουλγαρίας Συμεών (926), αυξάνοντας μάλιστα και την έκταση της χώρας του, κατακτώντας τη χερσόνησο της Ιστρίας και τη Βοσνία. Παράλληλα, διατηρούσε ιδιαίτερα θετικές σχέσεις και με τη Ρώμη και με το Βυζάντιο. Η περίοδος του Tomislav θεωρείται από την κροατική ιστοριογραφία ως το αποκορύφωμα της ισχύος της μεσαιωνικής Κροατίας. Οι διάδοχοι του Tomislav δεν κατόρθωσαν να διατηρήσουν ακέραιη την κληρονομιά του. Αμέσως μετά το θάνατό του άρχισαν να εμφανίζονται και οι πρώτες διασπαστικές τάσεις, οι οποίες με την πάροδο του χρόνου κλιμακώνονταν. Οι τοπικοί άρχοντες, που είχαν αυτοανακηρυχθεί στις περιοχές τους ως ηγεμόνες, ήταν ευάλωτοι στις όποιες επιθέσεις. Την αδυναμία αυτή εκμεταλλεύθηκε η Ουγγαρία για την βαθμιαία υποταγή της Κροατίας. Έτσι, το 1102 ο Ούγγρος βασιλεύς έγινε και βασιλεύς των Κροατών. Από τότε και έως το 1918, με ορισμένες μόνο μικρές διακοπές, η Κροατία παρέμεινε συνδεδεμένη με την Ουγγαρία.[4]      
Ολοκληρώνοντας τη σύντομη αυτή εισαγωγή οφείλουμε να αναφέρουμε ορισμένες πολύτιμες πηγές γνώσης της ιστορίας των Κροατών και της Εκκλησίας τους. Αυτές είναι: Η Historia Salonitana του αρχιδιακόνου Θωμά από το Σπλίτ, η οποία συνετάχθη μεταξύ του 1201-1268. Το Χρονικό του Korčula (νησί), το οποίο είναι του 12ου αιώνα. Το Chronicon Zagrabiense (Χρονικό της επισκοπής Ζάγκρεμπ), το οποίο είναι του 14ου αιώνα. Το Chronicon Regnum Sclavorum, γνωστό και ως Ljetopis popa Dukljanina, το οποίο είναι του πρεσβύτερου Διοκλείας.    


Η πρώτη επαφή με τον Χριστιανισμό

Ο εκχριστιανισμός των Κροατών και η απόλυτη επικράτηση της Χριστιανοσύνης, επί της αρχαίας ειδωλολατρικής πίστης τους, αποτέλεσε ένα γεγονός, το οποίο διήρκησε ένα αρκετά διευρυμένο χρονικό διάστημα. Ο εκχριστιανισμός των Κροατών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ένα γεγονός, το οποίο έγινε άμεσα, μ’ έναν μηχανιστικό αυτοματισμό, αλλά ούτε και έγινε με βίαιο τρόπο. Ήταν μία βραχύχρονη προσπάθεια. Ο Franjo Šanjek, στο βιβλίο ‘Kršćanstvo na hrvatskom prostoru’ αναφέρει ότι «ο εκχριστιανισμός των Κροατών ήταν μία δύσκολη και επίπονη διαδικασία, που διήρκησε αιώνες και αποτέλεσμα της πολυετούς ιεραποστολής ήταν η διαμόρφωση της χριστιανικής νοοτροπίας».[5] Ο ίδιος, επίσης, λέγει ότι η βάπτιση ορισμένων ηγετών των Κροατών εκείνης της εποχής, όπως του Porga, τoυ Porin, τoυ Vojnomir, τoυ Višeslav, τoυ Borna Ljudevit Posavski, αλλά και πολλών άλλων, συνέβαλε ώστε να βαπτιστούν μαζικά πολλοί Κροάτες, ακολουθώντας το παράδειγμά τους.
Οι Κροάτες που έφτασαν ως ένα μέρος του σλάβικου κόσμου, τον 7ο αιώνα μ.Χ. στα Βαλκάνια και συγκεκριμένα στο χώρο της σημερινής Κροατίας και Δαλματίας, είχαν ευρείες ομοιότητες στη γλώσσα με τους παλαιούς κατοίκους αυτών των περιοχών. Η εν λόγω συνάντηση οφειλόταν στο ότι εκεί είχαν μετοικήσει νωρίτερα ορισμένοι άλλοι Σλάβοι, με τους οποίους είχαν πολλά κοινά σημεία στη γλώσσα και μπορούσαν να συνεννοηθούν μαζί τους.[6] Έτσι, οι Κροάτες, που εγκαταστάθηκαν εκεί, μπόρεσαν πιο εύκολα να ασπαστούν τον Χριστιανισμό και να δεχτούν τη χριστιανική πίστη. Ο Ivan Mužić στηριζόμενος σε ανθρωπολογικές, αρχαιολογικές και γλωσσολογικές έρευνες, σημειώνει ότι «όλες οι ομάδες Κροατών – σλάβων που ήρχοντο από το Βορρά, δεν ήταν πολυπληθείς και φτάνοντας εκεί συγχωνεύονταν με τον παλαιό πληθυσμό αυτών των περιοχών. Η δε γλώσσα της συνεννόησής τους ήταν η παλαιοσλάβικη και όχι η ιλλυρική»[7]. Έτσι, είχαν το βασικό χαρακτηριστικό, τη γλώσσα, για τον σχετικά ταχύ εκχριστιανισμό τους.
Αξίζει εδώ να αναφέρουμε ότι με βάση τις ίδιες αλλά και πιο ενδελεχείς ανθρωπολογικές, αρχαιολογικές και γλωσσολογικές έρευνες, υπάρχει μία νέα θεωρία, η οποία υποστηρίζει όχι την σλαβική αλλά την ιρανική καταγωγή των Κροατών.[8] Μάλιστα σήμερα η θεωρία αυτή έχει αποκτήσει και πολλούς φανατικούς οπαδούς στην Κροατία. Όμως το ερώτημα που προκύπτει, αναφέρεται στο κατά πόσον αυτό είναι εύκολο να αποδειχθεί; Θεωρούμε πως όχι και εύλογα προκύπτει ένα δεύτερο ερώτημα, που αφορά στο πραγματικό ενδιαφέρον της επιστημονικής έρευνας ή μήπως στην αποκοπή των Κροατών από τη Σλαβική τους καταγωγή;  Θεωρούμε ότι οι μελλοντικές ερευνητικές και επιστημονικές εξελίξεις αναφορικά με αυτό το θέμα θα δείξουν το τι ακριβώς ισχύει.
Ο Dominik Mandić στο βιβλίο του ‘Rasprave i prilozi’ σημειώνει με έμφαση ότι «οι Κροάτες ήταν ο πρώτος από τους σλάβικους λαούς που αποδέχθηκαν τον Χριστιανισμό». Τα γεγονός έλαβε χώρα στις αρχές του φθινόπωρου του έτους 640, όταν ο κληρικός Ivan Ravenjanin κατόρθωσε να βαπτίσει, σε διάρκεια ελαχίστων μηνών, αρχικά τον τότε ανώτατο ηγεμόνα των Κροατών, Porga, και στη συνέχεια πολλούς άλλους Κροάτες και τοπικούς άρχοντες στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Cetina – Zrmanja, της σημερινής βόρειας Δαλματίας, όπου είχε εγκατασταθεί η πρώτη ευρεία ομάδα Κροατών. Για αυτό, όπως επισημαίνει ο Mandić, οι Κροάτες πρέπει να τιμούν τον Ivan Ravenjanin (δηλαδή τον Ιωάννη της Ραβένας) ως τον πραγματικό απόστολό τους και να θεωρούν το έτος 640 ως το έτος κατά το οποίο οι Κροάτες ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό.[9]
Ο ίδιος επίσης αναφέρει ότι η διαδικασία εχριστιανισμού των Κροατών δεν ήταν μία κατάσταση που εξελίχθηκε εύκολα, τονίζοντας ότι παρήλθαν αρκετά έτη εωσότου να αποδεχτούν όλοι οι Κροάτες τη Χριστιανική πίστη, διότι η διαδικασία είχε να αντιμετωπίσει διάφορα προβλήματα και δεν σημείωνε παντού την ίδια επιτυχία. Ως παράδειγμα για το εν λόγω αμφιρρεπές αναφέρει το στοιχείο ότι τέλη 7ου - αρχές 8ου αιώνα, ορισμένοι Κροάτες ηγέτες, αλλά και απλός λαός, από την περιοχή των ποταμών Drave και Cetina, της σημερινής Δαλματίας, απέρριψαν τη Χριστιανική πίστη και επέστρεψαν στην ειδωλολατρία. Ακριβώς για αυτό, ο Mandić λέγει ότι η εξάπλωση του Χριστιανισμού στις περιοχές στις οποίες ζούσαν Κροάτες εξελισσόταν αργά και βαθμιαία και όχι πάντα με μεγάλη επιτυχία. Αυτή η διαδικασία δεν έγινε αυτομάτως, αλλά επρόκειτο για μία μακροχρόνια προσπάθεια, με ακμή και παρακμή, ακόμα και με συγκρούσεις και εναντιώσεις απέναντι στον Χριστιανισμό. Μάλιστα πολλές φορές τα πράγματα εξελίσσονταν αντίθετα και από το γεγονός ότι ο ανώτατος ηγέτης των Κροατών δεχόταν τη Χριστιανική πίστη. Πολλοί ηγεμόνες και άρχοντες δεν δέχονταν να ασπαστούν τον Χριστιανισμό. Πάντα υπήρχαν και οι αντίθετοι, αυτοί οι οποίοι δεν ήθελαν να δεχθούν τη Χριστιανική πίστη και εναντιώνονταν τόσο στη διδασκαλία της, όσο και στον εκχριστιανισμό των Κροατών. 
Ο Χριστιανισμός είχε, ανάμεσα στους Κροάτες, ως τον πιο ισχυρό αντίπαλο την μέχρι τότε ειδωλολατρική πίστη τους, η οποία είχε ριζώσει ανά τους αιώνες και πολλοί δεν ήσαν σε θέση να την αλλάξουν. Τη μέχρι τότε ειδωλολατρική πίστη τους την διατηρούσαν ως έκφραση της πνευματικής κοινότητας και ενότητάς τους, ως το οικείο τους σύστημα αξιών, ως έκφραση της υπάρξεώς τους. Οι Κροάτες είχαν τους δικούς τους ιερείς, οι οποίοι είχαν ως ανώτατο πνευματικό ηγέτη τους τον λεγόμενο ‘παππού’ (djed, did), δηλαδή τον άνθρωπο, ο οποίος είχε όλη την πνευματική αυθεντία και δύναμη ανάμεσα στους Κροάτες. Ο ‘παππούς των Κροατών’ ήταν πλούσιος,  ισχυρός άνθρωπος και σεβαστός απ’ όλους. Αυτός είχε την εξουσία να πωλεί τη γη, ακόμα και ολόκληρα χωριά, να δωρίζει σπίτια και ανάκτορα. O ‘παππούς’ ήταν πάντα πλησίον στον βασιλέα, ήταν ο πνευματικός άρχοντας του απλού λαού, ήταν ο επίσημος εκπρόσωπος του λαού, του έθνους, και ποτέ αξιωματικός των βασιλικών ανακτόρων.[10] Επίσης, πρέπει να σημειώσουμε ότι, εκτός από τον ‘παππού’, στην ιεραρχία τού τότε κροατικού λαού ήταν και ορισμένοι άλλοι κατώτεροι παράγοντες, ηγέτες διαφόρων φυλών και διαφόρων αδελφοτήτων. Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι και αργότερα, μετά την αποδοχή του Χριστιανισμού, και σε άλλες Βαλκανικές χώρες, όπως στη Βουλγαρία και στη Σερβία, υπήρχαν οι τίτλοι ‘παππούς’ ή ‘ανώτερος παππούς’, ονοματολογικό δεδομένο που υποδηλώνει ότι αυτός ο τίτλος του πνευματικού ηγέτη διατηρήθηκε για αρκετούς αιώνες μετά τον εκχριστιανισμό αυτών των λαών.[11]
Συμπερασματικά μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι την πιο προκεχωρημένη επιρροή στον εκχριστιανισμό των Κροατών άσκησαν στην Παννονία οι Φράγκοι ιεραπόστολοι από την Εκκλησία της Ακουηλίας γύρω στα 800, ενώ η Δαλματία βρέθηκε αρχικά υπό την εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Ρώμης και αργότερα, στο διάστημα 732-925, στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Γύρω στο 860-864 ιδρύθηκε και η κροατική επισκοπή του Nin, στην ομώνυμη πόλη, βορειοδυτικά του Ζαντάρ, με δικό της προκαθήμενο και υπαγόταν άμεσα στην παπική έδρα. Αρχές του 10ου αιώνα η Ρώμη ανάκτησε την εκκλησιαστική δικαιοδοσία της στη βυζαντινή Δαλματία και αναδιοργάνωσε την Εκκλησία της επαρχίας αυτής καταργώντας την επισκοπή του Nin. Έτσι, ανάμεσα στους Κροάτες κυριάρχησε η επιρροή της Ρώμης, του πάπα και της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.[12]
Ολοκληρώνοντας την παρούσα ενότητα θεωρούμε σκόπιμο να συνοψίσουμε σε πέντε φάσεις την διαδικασία του εκχριστιανισμού των Κροατών, βάσει των όσων οι ίδιοι υποστηρίζουν: α) Με την άφιξη των Κροατών στην περιοχή, αρχές του 7ου αιώνα, υπήρχε μια σύντομη περίοδος, στην οποία ο Χριστιανισμός των αυτοχθόνων κατοίκων και η ειδωλολατρία των Κροατών αποτελούσαν δύο ταυτόχρονους κοινωνικούς και πνευματικούς κόσμους, με εχθρική στάση μεταξύ τους. β) Τέλη του πρώτου ήμισυ του 7ου αιώνα, εισερχόμαστε στην φάση κατά την οποία ο Χριστιανισμός και η ειδωλολατρία αναμιγνύονται, υπάρχει μία αλληλοπεριχώρηση. Τότε βαπτίζεται και ο πρώτος Κροάτης δεσπότης-ηγεμόνας ο Porga και αρχίζει η διαδικασία δημιουργίας της πρώτης εκκλησιαστικής τάξης ανάμεσα στους Κροάτες. γ) Στη συνέχεια, Χριστιανισμός και ειδωλολατρία συνυπάρχουν ανάμεσα στους Κροάτες ως δύο ισότιμες θρησκείες, όμως, με κάπως επικρατέστερο το Χριστιανισμό. Η εναντίωση στον Χριστιανισμό έχει ατονήσει. δ) Στο δεύτερο ήμισυ του 7ου αιώνα, είναι η περίοδος της επικράτησης του Χριστιανισμού. Στρατιές Λατίνων κληρικών επισκέπτονται ακόμα και τις πιο μακρινές περιοχές της Κροατίας, ανοικοδομώντας εκατοντάδες ναούς και μετατρέποντας τους  ήδη υπάρχοντες ειδωλολατρικούς σε χριστιανικούς.[13] Κροάτες άρχοντες αρχίζουν να βαπτίζονται και από κοινού με αυτούς μαζικά και ο λαός. Τότε λοιπόν αποκτούν και τους πρώτους κανόνες της χριστιανικής πίστεως. Η ειδωλολατρία συνεχίζει να υπάρχει, όχι όμως όπως πριν, αλλά κρυφά, ακόμα και παράνομα. ε) Η τελική επικράτηση του Χριστιανισμού έγινε όταν διαλύθηκε το παλαιό, μεσαιωνικό κράτος της Κροατίας και δημιουργήθηκε μία κρατική κοινότητα με την Ουγγαρία. Τότε η ειδωλολατρία τέθηκε εκτός νόμου.

Οι Κροάτες και ο Κύριλλος και Μεθόδιος.[14]

Αφετηρία της ιεραποστολικής δράσεως των αδελφών Κωνσταντίνου (Κυρίλλου) και Μεθοδίου, στην Κεντρική Ευρώπη αποτελεί η επιστολή του Ράστισλαβ, προς τον Βυζαντινό αυτοκράτορα, με την οποία ζητούσε από την Κωνσταντινούπολη να αποσταλούν ορισμένοι γνώστες της Σλαβικής, ώστε να διδάξουν στη γλώσσα τού εκεί λαού την χριστιανική πίστη.[15] Έτσι, το έτος 862, οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος, από τη Θεσσαλονίκη, αποδέχθηκαν ως καθήκον την παράκληση του Βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ (842-867) να αναλάβουν αυτό το ιεραποστολικό ταξίδι στη Μεγάλη Μοραβία,[16] του βασιλέα Ράστισλαβ.
Οι δύο αδελφοί έφτασαν στη Μοραβία έξι μήνες μετά, την άνοιξη του 863, και άρχισαν να κηρύττουν το Ευαγγέλιο και τη χριστιανική διδασκαλία ανάμεσα στους εθνικούς Σλάβους. Το ιεραποστολικό ταξίδι τους είχε συγχρόνως πολιτικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό υπόβαθρο, με σκοπό να εξασφαλίσει την επιρροή του Βυζαντίου στο τμήμα αυτό της Ευρώπης, ως αντίβαρο προς την επιρροή της Ρώμης. Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί κατόρθωσαν να μεταφράσουν τα ευαγγελικά αναγνώσματα και διάφορα άλλα λειτουργικά βιβλία στα σλάβικα και οι μεταφράσεις τους ήταν καθοριστικές στον εκχριστιανισμό των Σλάβων. Ποτέ κανείς δεν έχει μεταφράσει με τόση επάρκεια τα βιβλία που μετέφρασαν οι εν λόγω ιεραπόστολοι. Όμως, ανάμεσα στους Κροάτες υπάρχουν και ορισμένοι, όπως ο καθολιικός κληρικός Dominik Mandić, ο οποίος αμφισβητεί την ικανότητα του Κυρίλλου να έχει προβεί σε μία τόσο επιτυχή μετάφραση σε μία τόσο αισθητικά αξιόλογη λογοτεχνική γλώσσα, διότι όπως λέγει: «Ο Κύριλλος δεν ήταν δυνατόν να μπορεί να μεταφράσει τόσο επαρκώς, χωρίς λάθη, στα σλάβικα, διότι ήταν Έλληνας στην καταγωγή και ζούσε μονίμως, από μικρός, στην Κωνσταντινούπολη και η απόσταση από τις περιοχές, στις οποίες οι κάτοικοι χρησιμοποιούσαν την σλαβική γλώσσα ήταν μεγάλη, ώστε να γνωρίζει με τέτοια ποιότητα την γλώσσα». Ο Mandić ισχυρίζεται ότι ο Κύριλλος χρησιμοποίησε μια έτοιμη μετάφραση που βρήκε, κάποιων ανώνυμων Κροατών κληρικών από τις ακτές της Αδριατικής και η οποία είχε γίνει από μέσα του 7ου έως τα μέσα του 9ου αιώνα.[17] Επίσης, υπάρχουν και άλλοι Κροάτες συγγραφείς που αμφισβητούσαν την ικανότητα των δύο αδελφών από τη Θεσσαλονίκη να παρουσιάσουν μια τόσο ποιοτική μετάφραση μέσα σε ένα τόσο σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
Όσοι όμως ισχυρίζονται όλα αυτά μάλλον αγνοούν ότι η Θεσσαλονίκη του 9ου αιώνα, στην οποία γεννήθηκαν ο Κύριλλος (826) και ο Μεθόδιος (815), χαρακτηρίζεται από τη συμβίωση των Ελλήνων με το σλαβικό στοιχείο, το οποίο είχε ήδη εγκατασταθεί εκεί από τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα.[18] Στον παλαιοσλαβικό Βίο του Μεθοδίου υπάρχει με ιδιαίτερη σαφήνεια η αναφορά: «Selunene vbsi čisto slověnbsky bešedujut», δηλαδή: Όλοι οι Θεσσαλονικείς ομιλούν ευκρινώς τη Σλαβική.[19] Άρα, η σλαβική γλώσσα ήταν προσιτή σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα της πόλεως και οι κάτοικοι τη γνώριζαν, διότι συνδιαλέγονταν με αυτήν συχνά. Έτσι, η συμβίωση των Ελλήνων με τα ενσωματωμένα στο βυζαντινό διοικητικό σύστημα σλαβικά φύλα της ενδοχώρας, αποτελεί και την κύρια προϋπόθεση για το φιλολογικό έργο των δύο αδελφών.[20] Άλλωστε, έχει υποστηριχθεί πειστικά ότι τα φωνολογικά δεδομένα των κειμένων αυτών προδίδουν σλαβικές διαλέκτους της περιοχής της Θεσσαλονίκης.[21] Μάλιστα ο Μεθόδιος είχε οριστεί από τον αυτοκράτορα και διοικητής μιας σλαβικής αρχοντίας και παρέμεινε από κοινού με Σλάβους για δέκα και πλέον έτη, μαθαίνοντας τέλεια τη σλαβική γλώσσα.[22] Επίσης, οι βιογράφοι τους μάς πληροφορούν ότι οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος στάλθηκαν στους Χαζάρους και στην Κριμαία, όπου γνωρίστηκαν και με το εκεί σλαβικό στοιχείο, με αποτέλεσμα η εμπειρία αυτή να τους φανεί ιδιαιτέρως χρήσιμη στη μετέπειτα πορεία τους στη Μοραβία.        
Εμείς λοιπόν γνωρίζουμε επαρκέστατα, από τις πηγές, ότι ο Κύριλλος ήταν το πρόσωπο που επινόησε την ‘γκλαγκολιτική΄[23] αλφάβητο (glagoljica) και μετέφρασε σ’ αυτήν τα ευαγγελικά αναγνώσματα και πλείστα άλλα Λειτουργικά βιβλία. Όμως την εμφάνιση της ΄γκλαγκολιτικής’ αλφαβήτου, η οποία συνδέεται άμεσα με την αρχή του ιεραποστολικού έργου των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου και τη μεγάλη συμβολή αυτών, αμφισβητούν πλείστοι Κροάτες συγγραφείς τονίζοντας πως δεν υπήρχε ουδεμία ανάγκη για κάποια νέα σλάβικη αλφάβητο, διότι έως τότε υπήρχε η λεγόμενη ‘αρχαία κροατική’ και η ‘λατινική’ αλφάβητος. Η απάντηση στην εν λόγω παρατήρηση είναι ότι πράγματι υπήρχε η προφορική ‘αρχαία κροατική’ όπως την ονομάζουν αλλά και η λατινική αλφάβητος, διότι εκεί είχαν ιδρυθεί επισκοπικές έδρες της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, οι οποίες αποτελούσαν και τον αποκλειστικό φορέα παιδείας. Όμως με την εισαγωγή του σλαβικού αλφάβητου σήμανε φυσιολογικά και το τέλος της λατινικής. Εδώ πρέπει να τονίσουμε ότι σημαντικό ρόλο πολιτιστικών κέντρων στους Κροάτες διαδραμάτισαν και οι μονές, κυρίως των Βενεδικτίνων. Επίσης, τη λατινική επέβαλε αργότερα εις βάρος της σλαβικής και ο γερμανικός κλήρος.[24] Άλλοι πάλι πιστεύουν πως ο Κύριλλος προσέλαβε κάποια από τις υφιστάμενες ήδη αλφαβήτους, όπως ήταν, π.χ., η λεγόμενη minuscule Caroline, την οποία χρησιμοποιούσαν οι Κροάτες αλλά και οι άλλοι Σλάβοι και την προσάρμοσε, προσθέτοντας ή αφαιρώντας κατά περίσταση ορισμένα γράμματα, με αποτέλεσμα να δημιουργήσει, κατά αυτόν τον τρόπο, την λεγόμενη ‘γκλαγκολιτική’.[25] Λησμονούν όμως όσοι υποστηρίζουν όλα αυτά ότι κατά την ομόφωνη άποψη των σημαντικότερων ερευνητών και γλωσσολόγων το ιδίωμα των Σλάβων από την ενδοχώρα της Θεσσαλονίκης ήταν αυτό που αποτέλεσε τη βάση για τη δημιουργία της πρώτης γραπτής γλώσσας των σλαβικών λαών.
Η διαπρεπής παλαιογράφος Granstrem έχει καταδείξει ότι για τη σύνθεση του γκλαγκολιτικού αλφαβήτου ο Κύριλλος χρησιμοποίησε γράμματα και σημεία από βυζαντινά κρυπτογραφικά αλφάβητα και από σύμβολα αστρονομικά, αλχημικά και άλλα, τα οποία ήταν σε χρήση στο Βυζάντιο για αιώνες ολόκληρους, αφού τα συναντάμε από την εποχή ακόμη των παπύρων.[26] Ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες σλαβολόγους ο καθηγητής Ταχιάος αναφέρει: «Δημιουργήθηκε ένα εντελώς νέο, τεχνητό και εξωτικό αλφάβητο, το οποίο θα συμβόλιζε και την ανεξαρτησία και αυτοτέλεια του σλαβικού κόσμου. Το αλφάβητο δεν ήταν παρά το όργανο που χρησίμευσε για να γραφεί η γλώσσα των Σλάβων, και το οποίο προέβλεπε την απόδοση των ιδιότυπων φθόγγων της και την καθιέρωση της ορθογραφίας της. Μαζί με το αλφάβητο ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος παρέδωσαν στους Σλάβους και κείμενα, τα οποία ήταν μεταφρασμένα από τα ελληνικά στη δική τους γλώσσα, και από το σημείο αυτό ανοίγει η σελίδα της μεταβίβασης στον κόσμο των λέξεων και εννοιών, οι οποίες δεν τους ήταν έως τώρα οικείες. Έτσι προσφέρθηκε στο νεοφώτιστο λαό ένα πλούσιο λεξιλόγιο από αφηρημένες έννοιες και σύνθετες λέξεις, βγαλμένο από αμιγώς ελληνικά εκμαγεία. Το νέο λεξιλόγιο, που άρχισε να εισάγεται στη ζωή τους, είχε προκύψει από την ακριβή μετάφραση, που είχε προηγηθεί, των ιερών κειμένων από την ελληνική στη σλαβική γώσσα. Η μετάφραση αυτή μετεβίβαζε στους αποδέκτες της όχι μόνο τον πλούτο των εννοιολογικών συστημάτων της Ελληνικής αλλά και τη δομή της γλώσσας μαζί με την εκφραστική της πλαστικότητα και τη σύνταξη».[27] Όμως η Μεγάλη Μοραβία μετά το 885 περιήλθε οριστικά υπό την αρμοδιότητα της γερμανικής εξουσίας, με αποτέλεσμα να καταργηθεί το έργο του Κυρίλλου και Μεθοδίου. Ίσως γι’ αυτό και να υπάρχουν σήμερα οι απόψεις που προαναφέραμε αλλά και αυτές που θα ακολουθήσουν.   
Ορισμένοι συγγραφείς, όπως ο Djordje Radojičić, ισχυρίζονται ότι ο Κύριλλος χρησιμοποίησε την ελληνική αλφάβητο για να γράψει την ‘γκλαγκολιτική’, την οποία όμως άλλαξε ολίγον, αφενός, για να μην φανεί στους Σλάβους πως γίνεται προσπάθεια να επιβληθεί η ελληνική και, αφετέρου, για να μην προσβληθούν τα αισθήματα των Κροατών και των Λατίνων.[28] Εδώ οφείλουμε να σημειώσουμε ότι δεν χρειάζεται να είναι κάποιος ειδικός, αρκεί μόνο να εξετάσει συγκριτικά τα δύο αλφάβητα, το ελληνικό και το ‘γκλαγκολιτικό΄ και θα καταλάβει ότι ουδεμία σχέση έχουν μεταξύ τους. Το ΄γκλαγκολιτικό΄ αλφάβητο δεν είχε σχέση με κανένα από τα τότε γνωστά στην οικουμένη αλφάβητα και πολύ λιγότερο μάλιστα με το ελληνικό. Η καταγωγή του όμως ήταν καθαρά βυζαντινή.[29]  
Αυτοί που υποστηρίζουν πως ο Κύριλλος δεν επινόησε και δεν συνέταξε κάποιο νέο αλφάβητο, αλλά ότι απλώς συνέλεξε τις διάφορες αλφαβήτους που υπήρχαν μέχρι τότε στις περιοχές, στις οποίες ζούσαν Κροάτες και τις οποίες βελτίωσε και προσάρμοσε για χρήση από μέρους όλων των υπολοίπων Σλάβων, ισχυρίζονται πως ο ίδιος δεν είχε στη διάθεσή του τον κατάλληλο χρόνο, διότι η περίοδος ήταν αρκετά σύντομη, για να προετοιμάσει το ιεραποστολικό ταξίδι του στη Μοραβία και συνάμα μία νέα αλφάβητο. Όμως και πάλι αγνοούν ότι ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος πολύ πριν αποφασιστεί το ταξίδι στη Μοραβία είχαν αποσυρθεί σε μονή, όπου ασχολούνταν αποκλειστικά με τη μελέτη βιβλίων και χειρογράφων,[30] πιθανόν, κατόπιν ανάθεσης από τη βυζαντινή διοίκηση και το έτος 855 δημιούργησαν το πρώτο σλαβικό αλφάβητο, που έγινε γνωστό ως ‘γκλαγκολιτικό’.[31] Προφανώς οι Βυζαντινοί επιθυμούσαν τη δημιουργία ενός σλαβικού αλφαβήτου, ώστε να διαδοθεί με μεγαλύτερη ευκολία ο χριστιανισμός μεταξύ των Σλάβων. Έτσι, οι θεμελιωτές της αρχαίας σλαβικής γραμματείας είναι ο Κύριλλος και ο Μεθόδιος[32] και το νέο αλφάβητο, το ‘γκλαγκολιτικό΄, ήταν ένα δώρο προς τους Σλάβους, όπως το επιβεβαιώνει και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ΄, όταν έγραψε προς τον Ράστισλαβ: «Ο Θεός, ο οποίος θέλει ο κάθε άνθρωπος να έλθει σε επίγνωση της αλήθειας και να αθληθεί σε ανώτερη βαθμίδα, βλέποντας την πίστη και την προσπάθειά σου, ευδόκησε ώστε και τώρα, στα χρόνια μας, να αποκαλύψει γράμματα στη γλώσσα σας, κάτι που δεν είχε γίνει παρά μόνο στα αρχαία χρόνια, για να συγκαταλεχθείτε και εσείς στα μεγάλα έθνη, τα οποία δοξάζουν τον Θεό στη γλώσσα τους. Έτσι σου στείλαμε αυτόν στον οποίο ο Θεός τα αποκάλυψε, άνδρα τίμιο και ευσεβή, πολύ μορφωμένο και φιλόσοφο. Λάβε λοιπόν δώρο το καλύτερο, πιο πολύτιμο από κάθε χρυσό και ασήμι, από πολύτιμους λίθους και πλούτη που παρέρχονται…»[33], δηλώνοντας έτσι μία διαχρονική αξία της σλαβικής γραφής, αξία που εκτείνεται μέσα στους αιώνες. Η αλήθεια, πάντως, είναι ότι υπάρχουν πολλές μαρτυρίες, που θα μπορούσε να επικαλεστεί κάποιος σχετικά με την προετοιμασία του ‘σλαβικού σχεδίου’.      
Ένας μυστηριώδης κληρικός, αρχές του 10ου αιώνα, ο Hrabar (στα ελληνικά Γενναίος), που καταγόταν μάλλον από τη Βουλγαρία ή την Νότια Σερβία, σημερινή περιοχή της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, στο έργο του «O pismenih», δηλαδή «Περί γραμμάτων» - (О писменехъ чрьноризица Храбра) λέγει, ότι ο Κύριλλος συνέταξε μία νέα «σλάβικη αλφάβητο», όμως, όπως υποστηρίζουν Κροάτες συγγραφείς, δεν υπάρχει καμία αναφορά για ποια αλφάβητο πρόκειται, αν είναι η ‘γκλαγκολιτική’ ή η ‘κυριλλική’.[34] Όμως δεν έχουν δίκιο, διότι ο Hrabar στο κείμενό του αναφέρει ότι «η νέα σλαβική γραφή είναι ιερή, ενώ αντίθετα η ελληνική είναι παγανιστική». Αν λοιπόν η γραφή αυτή ήταν μία άλλη μορφή της ελληνικής, δηλαδή η κυριλλική, τότε ο Hrabar δεν θα είχε λόγο να επαίρεται για την προέλευση και ιερότητά της. Οι συγγραφείς που υποστηρίζουν ότι δεν γνωρίζουμε ποια αλφάβητο έγραψε ο Κύριλλος, εμπλέκουν δύο διαφορετικά γεγονότα, τα οποία έγιναν σε διαφορετικό χρόνο και τόπο. Σήμερα η γενικώς αποδεκτή άποψη στον επιστημονικό κόσμο είναι αυτή που δίδει προτεραιότητα στη ‘γκλαγκολιτική΄. Για την ‘Κυριλλική’, θα αναφέρουμε ότι βασιζόταν στην μεγαλογράμματη ελληνική γραφή, εμφανίστηκε στις αρχές του 10ου αιώνα και αντικατέστησε την ‘γκλαγκολιτική’ στην Βουλγαρία. Η ‘Κυριλλική’ αλφάβητος είναι δημιούργημα του επισκόπου Πρεσλάβας Κωνσταντίνου, ο οποίος και την αφιέρωσε στον διδάσκαλό του Κύριλλο.[35] Βέβαια υπάρχει και μία μερίδα ερευνητών και επιστημόνων που υποστηρίζει την προτεραιότητα της Κυριλλικής έναντι της ‘γκλαγκολιτικής’.[36] Τώρα σχετικά με την πραγματεία «Περί γραμμάτων» οφείλουμε να επισημάνουμε ότι είναι η πρώτη κυριλλομεθοδιανή πηγή, η οποία έχει ανθελληνικό πνεύμα.[37]  
  Σε όλα τα προηγούμενα Κροάτες συγγραφείς προσθέτουν και διάφορες άλλες ιστορικές πηγές, που, όπως ισχυρίζονται, διατυπώνουν λόγο για τη ζωή και το έργο των δύο αδελφών από τη Θεσσαλονίκη, τις οποίες, όπως υποστηρίζουν, έγραψαν άνθρωποι που έζησαν την ίδια εποχή και είχαν σχέση μαζί τους. Έτσι, οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι στις συγκεκριμένες ιστορικές πηγές δεν υπάρχει καμία απευθείας αναφορά, ούτε πάλι ένας συγκεκριμένος υπαινιγμούς που θα μας οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι ο Κύριλλος ήταν ο δημιουργός της νέας σλάβικης ‘γκλαγκολιτικής’ αλφαβήτου. Για το θέμα αυτό, ο Κροάτης συγγραφέας Marko Japundžić λέγει ότι την επικύρωσή του καταδεικνύουν οι έρευνες και οι αναλύσεις παλαιών κειμένων, στις οποίες προέβη σχεδόν επί τρεις δεκαετίες (1951-1980), σε κείμενα της βιβλιοθήκης και των Αρχείων του Βατικανού και συνέγραψε περισσότερες από 140 εργασίες, οι οποίες αποτέλεσαν δύο ογκώδεις τόμους για την ‘γκλαγκολιτική’. Στα κείμενα των δύο τόμων, ο Japundžić οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η ‘γκλαγκολιτική’ προϋπήρχε από τους αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο και μάλιστα πολύ πριν το ιεραποστολικό έργο τους στη Μοραβία. Λέγει μάλιστα χαρακτηριστικά: «Ως κορωνίδα όλων αυτών των ερευνών θεωρώ το έργο μου σχετικά με το κείμενο της παλαιάς κροατικής μετάφρασης του Ευαγγελίου, το επονομαζόμενα Borgiano Ilirico 4., το οποίο φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού. Στο έργο αυτό απέδειξα ότι η μετάφραση αυτή έγινε πριν από την εμφάνιση των αδελφών από τη Θεσσαλονίκη και, επομένως, πρέπει να απορρίψουμε τον ισχυρισμό ότι οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος έφεραν στην Κροατία τη Θεία Λειτουργία στη σλάβικη γλώσσα». Επιπλέον συμπεραίνει ότι εκείνοι, οι οποίοι έχουν τα σωστά και φερέγγυα επιχειρήματα αλλά και τις αποδείξεις για την ύπαρξη της ‘γκλαγκολιτικής’ πριν από τους αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο, είναι μόνον οι Κροάτες.[38]
Εδώ δεν έχουμε παρά να παραπέμψουμε τον Japundžić στη μελέτη του Echhardt, «Theorien über den Ursprung der Glagolica, Slovo», όπου γίνεται λόγος περί των θεωριών σχετικά με τη δημιουργία της ‘γκλαγκολιτικής’ γραφής. Επίσης, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι η πρώτη μαρτυρία για σλαβική Λειτουργία στην Κροατία χρονολογείται το 925 και είναι καταγεγραμμένη στα Πρακτικά της Συνόδου του Σπλίτ, η οποία απαγόρευσε τη Θεία Λειτουργία στη σλαβική γλώσσα.[39] Όμως η απαγόρευση αυτή και ο επιχειρούμενος εκλατινισμός, κυρίως της δαλματικής Κροατικής Εκκλησίας, δεν είχε ιδιαίτερη επιτυχία. Έτσι, το έτος 1215 επιτράπηκε και πάλι η τέλεση της Λειτουργίας στη σλαβική γλώσσα, παρότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν ενεθάρρυνε τη χρήση της. Τώρα για όσους διέπονται από τον προβληματισμό της έρευνας σχετικά με τη ζωή και το έργο του Κυρίλλου και Μεθοδίου, παραπέμπουμε στην εμπεριστατωμένη μελέτη του καθηγητού Ταχιάου «Προβλήματα και προοπτικές στην έρευνα για τη ζωή και το έργο του Κυρίλλου και Μεθοδίου».[40]  
Κροάτες ιστορικοί και συγγραφείς λέγουν ότι η αποστολή των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία ήταν μέρος της εξωτερικής πολιτικής του Βυζαντίου, με σκοπό να επεκτείνει την επιρροή του στην Ευρώπη ανάμεσα στους Σλάβους. Οι ίδιοι θέτουν και διάφορα ερωτήματα, όπως, τι εξυπηρετούσε και σε ποιόν κόμιζε όφελος αυτή η αποστολή; Τι επεδίωκαν τα αυτοκρατορικά Ανάκτορα; Τι επιζητούσε η Εκκλησία; κ.α Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά είναι πάντα ανάλογες και με τη στάση του εκάστοτε συγγραφέα απέναντι στο ζήτημα που εξετάζουμε. Μάλιστα περιγράφουν και διάφορα γεγονότα και περιστατικά, υπό τα οποία έγινε το ιεραποστολικό έργο των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου και οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι στην Κροατία προϋπήρχε η γραφή. Επίσης, ένα ερώτημα που θέτουν συχνά Κροάτες συγγραφείς είναι «εάν οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος είχαν λάβει ανάλογη εντολή και από τις εκκλησιαστικές Αρχές του Βυζαντίου να μεταβούν στη Μοραβία και πώς αυτό αποδεικνύεται; Και, αν πράγματι είχαν λάβει αυτήν την εντολή, τότε είναι σωστό που κινήθηκαν εκτός των ορίων της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας τους, εκτός των ορίων των μητροπόλεών τους;»
Θεωρώ ότι δεν υπάρχει λόγος να μακρηγορήσουμε άλλο με τα διάφορα ερωτήματα, διότι έχουν ήδη δοθεί οι επιστημονικές απαντήσεις. Θα επισημάνω μόνο ότι οι δύο αδελφοί στάλθηκαν στην Μοραβία και από τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ΄ και από τον Πατριάρχη Φώτιο. Ο αυτοκράτορας τους παρείχε πολιτική και υλική υποστήριξη, ενώ ο Πατριάρχης Φώτιος ό,τι χρειάζονταν από Θεολογική άποψη. Η δε αποστολή είχε συγχρόνως και πολιτικούς και θρησκευτικούς σκοπούς.
Στο ζήτημα, τώρα,  της εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, η Μοραβία, πράγματι, βρισκόταν στην ευρύτερη δικαιοδοσία του πάπα της Ρώμης. Και αναφέρουμε στην ευρύτερη δικαιοδοσία, διότι στην ουσία ανήκε στην γερμανική επισκοπή του Passau.[41] Όμως οι δύο αδελφοί εκλήθησαν εκεί από τον βασιλιά Ράστισλαβ, ο οποίος, αφενός, αντιμετώπιζε πρόβλημα από τη φραγκική διείσδυση και, αφετέρου, η περιοχή τελούσε υπό δικαιοδοσιακή αμφισβήτηση. Εδώ θα πρέπει να θυμίσουμε ότι ο πάπας Ανδρόνικος δεν έπαυσε να υποστηρίζει το έργο του Μεθόδιου  και μάλιστα, ο ίδιος, ενέκρινε και τη μετάφραση των ιερών κειμένων που είχαν εκπονήσει οι δύο αδελφοί στη Σλαβική για τη Μοραβία, γεγονός που επισημοποιήθηκε και με πολλές δημόσιες εκδηλώσεις.[42] Λίγο αργότερα ο Μεθόδιος χειροτονήθηκε από τον πάπα αρχιεπίσκοπος Μοραβίας με έδρα το Σίρμιο, πόλη που κατά το παρελθόν αποτελούσε αντικείμενο δικαιοδοσιακής διεκδίκησης τόσο της Ρώμης όσο και της Κωνσταντινουπόλεως.[43] Κατά το παρελθόν το ίδιο είχε συμβεί και με τη Θεσσαλονίκη, η οποία έως τις πρώτες δεκαετίες του 8ου αιώνα, ανήκε εκκλησιαστικώς στη δικαιοδοσία της εκκλησίας της Ρώμης και η προσάρτηση έγινε με την πρωτοβουλία και πάλι αυτοκράτορα, του Λέοντα Γ΄ και την απόσπαση του Ιλλυρικού (732-733).
Στη δίνη όμως των πολιτικών εξελίξεων, μετά την επέμβαση των Φράγκων στη Μοραβία, το θέρος του 870, ο Μεθόδιος περιήλθε στην αιχμαλωσία του φραγκικού κλήρου και οδηγήθηκε σιδηροδέσμιος σε συνοδικό δικαστήριο του βαυαρικού κλήρου με την κατηγορία τής δήθεν ‘εισπήδησης’ στο κλήμα της επισκοπής του Passau και καταδικάστηκε με εγκλεισμό σε μονή.[44] Τριάντα μήνες αργότερα και μετά την παρέμβαση του νέου Πάπα Ιωάννη Η΄ (872-882) απελευθερώθηκε. Όμως εδώ πρόκειται για ‘εισπήδηση’ του Μεθοδίου ή για ‘πολιτική εισπήδηση’ των Φράγκων που επεχείρησαν επέμβαση και κατέλαβαν την Μοραβία; Όπως και να έχει, γεγονός είναι ότι η αντίδραση του φραγκικού κλήρου ήταν πολλές φορές βίαιη και είχε ως στόχο να εξαφανίσει από την περιοχή κάθε ίχνος από το έργο των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου. Και πράγματι το επέτυχαν, διότι μέχρι σήμερα στην περιοχή της Μοραβίας και της Παννονίας δεν βρέθηκε ούτε ένα σλαβικό χειρόγραφο της κυριλλομεθοδιανής εποχής.[45]  
Ένα σημαντικό στοιχείο που αξίζει να αναφέρουμε και προβάλλουν πλείστοι Κροάτες συγγραφείς είναι ότι έξι αιώνες πριν από το ιεραποστολικό ταξίδι των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία, ένας Κροάτης, ο άγιος Ιερώνυμος (Sofronije - Euzebije Stridonjanin), ο οποίος έζησε μεταξύ του 340- 420, μετέφρασε από τα αραμαϊκά, εβραϊκά και ελληνικά στα λατινικά την Αγία Γραφή. Η μετάφραση αυτή ονομάζετε Vulgata και, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι ερευνητές, αυτήν χρησιμοποιούσαν οι Κροάτες.[46]
Ενδιαφέρουσες είναι και οι απόψεις του Αμερικανού ερευνητή, ουγγρικής καταγωγής, Imre Boba, ο οποίος σημειώνει ότι με την αποστολή των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία, περιοχή που βρισκόταν δίπλα στην Κροατία, το Βυζάντιο γνώριζε ότι στην Κροατία, με τις αρχαίες ρωμαϊκές πόλεις στη Δαλματία, υπήρχε ήδη εκ βαθέων ριζωμένη η Χριστιανοσύνη και ότι ο Χριστιανισμός είχε διαδοθεί τόσο διευρυμένα, ώστε η Κροατία έπρεπε να λάβει την πλήρη αναγνώριση ως χριστιανική χώρα. Απ’ αυτόν τον ισχυρισμό προκύπτει ότι οι πολίτες τής τότε Κροατίας και των Δαλματικών Ακτών είχαν τη δική τους γλώσσα και γραφή, πριν από τη σύνταξη της ‘γκλαγκολιτικής’.[47]
Στη συνέχεια, ο Imre Boba τονίζει ότι το ιεραποστολικό έργο των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου δεν αποτελεί την απαρχή του εκχριστιανισμού των Κροατών, αλλά την τελική πράξη αυτής της διαδικασίας. Ο ίδιος μάλιστα σημειώνει ότι το ιεραποστολικό έργο των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου αποτελεί, πρώτα και κύρια, την ένδειξη της ωριμότητας της Χριστιανοσύνης των Κροατών, η οποία αποτέλεσε το ισχυρό στήριγμα για την περαιτέρω διάδοση του Χριστιανισμού στον χώρο της Ανατολικής Ευρώπης. Ο Boba καταλήγει λέγοντας ότι ο Κύριλλος δεν επινόησε κάποια νέα παλαιοσλάβικη γραφή, αλλά ότι χρησιμοποίησε την ήδη υπάρχουσα παλαιοκροατική. Άρα, η παλαιοκροατική ή αρχαία κροατική γλώσσα, προϋπήρχε της παλαιοσλάβικης. Ήταν πλούσια και εξελιγμένη γλώσσα από πολιτιστικής πλευράς, ικανή να διδάξει τον Χριστιανισμό. Στο σημείο αυτό ο Boba συμπεραίνει ότι χάρη στους Κροάτες και τη γραμματολογία τους οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος κατόρθωσαν να διαδώσουν τον Χριστιανισμό.[48]
Ένας άλλος Κροάτης κληρικός και ερευνητής ο Marin Tadin, το έτος 1966, υποστηρίζει σε άρθρο του ότι η ‘γκλαγκολιτική’ προϋπήρχε στην Ιστρία και Δαλματία, από τις αρχές του 9ου αιώνα, και ότι οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος, όταν έφτασαν στη Μοραβία, απλώς ανέλαβαν να προσαρμόσουν εκείνα τα σλαβικά λειτουργικά βιβλία που ανακάλυψαν στη Βενετία στις απαιτήσεις του βυζαντινού τυπικού και της ανατολικής παράδοσης.[49]  
Το συμπέρασμα που προκύπτει από όλα τα ανωτέρω είναι ότι οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος δεν εκχριστιάνισαν τους Κροάτες, ούτε πάλι είχαν την πρόθεση να το επιχειρήσουν. Αυτοί απλώς έδωσαν στον εκχριστιανισμένο κροατικό λαό την τελική μορφή του χριστιανισμού. Σχετικά με το εν λόγω ζήτημα αναφέρουν διάφορα στοιχεία και αποδεικτικά. Έτσι, υποστηρίζουν ότι όταν το έτος 862, ο μεγάλος άρχοντας των Κροατών της Παννονίας, Ράντισλαβ, κάλεσε τους δύο αδελφούς, δεν το έπραξε επειδή στη χώρα του δεν γνώριζαν τον Χριστιανισμό, αλλά επειδή ήθελε να καθιερώσει μια σαφή μορφή της Θείας Λειτουργίας και να υπάρχει και μια σαφής γλώσσα της τέλεσης αυτής. Για αυτό, το κύριο μέρος της αποστολής των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου στη Μοραβία δεν ήταν να εκχριστιανίσουν τον εκεί λαό, αλλά να κανονίσουν και να φέρουν σε τάξη την ήδη υπάρχουσα κροατική Χριστιανοσύνη, δηλαδή να τακτοποιήσουν την κατάσταση στην Εκκλησία των Κροατών, βάσει των εκκλησιαστικών κανόνων και έτσι να αναγνωρίσουν τη συμβολή του Κροατικού Χριστιανισμού στον υπόλοιπο Σλαβικό κόσμο. Τονίζουν επίσης ότι το ιεραποστολικό ταξίδι των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου έχει, στην ουσία, σκοπό να επικυρώσει όλα εκείνα που είχε δημιουργήσει ο Χριστιανισμός στα κροατικά νησιά της Αδριατικής, στην Ιστρία, στις Δαλματικές Ακτές και στην κροατική ενδοχώρα μέχρι τον 9ο αιώνα. Μάλιστα όλα τα μέχρι τότε επιτεύγματα του κροατικού Χριστιανισμού μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από μέρους των Κυρίλλου και Μεθοδίου ως βάση για το μετέπειτα ιεραποστολικό και διαφωτιστικό έργο τους.[50]
Ο Nikola Crnković, συγγραφέας του βιβλίου ‘Hrvati za narodnih vladara’, αναφέρει διάφορους λόγους για τους οποίους οι Κροάτες αποκόπηκαν από την δική τους γλώσσα την ΄γκλαγκολιτική’ και αποδέχθηκαν τη λατινική στην τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Ο ίδιος βέβαια υποστηρίζει ότι υπήρξαν πολλοί και σοβαροί λόγοι εξαιτίας των οποίων η Εκκλησία επέμενε στη χρησιμοποίηση των πηγαίων γλωσσών της Θείας Λειτουργίας και κυρίως στη χρήση της λατινικής, την οποία και θεωρεί ως την εγγυήτρια της ενότητας και της ακεραιότητάς της. Μάλιστα, μεταξύ των άλλων, υποστηρίζει ότι από τη στιγμή που η Εκκλησία είναι μία και καθολική, πρέπει να χρησιμοποιεί και μία γλώσσα. Έτσι, στη μείωση της χρήσης της ‘γκλαγκολιτικής’ αλφαβήτου στην Κροατία συνέβαλε καθοριστικά η μεταρρύθμιση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, που θεσπίστηκε στη σύνοδο του Τρέντο (1545-1563), πράγμα που ώθησε και τον Κροατικό λαό να στραφεί προς την λατινική γλώσσα και την επανακαταξίωση των πηγαίων και αυθεντικών αξιών του Ρωμαιοκαθολικισμού. Επίσης, γνωρίζουμε ότι την ίδια περίοδο, 15ο – 16ο αιώνα, από την Ιταλία μετέβαιναν στις πόλεις της Δαλματίας, με πρώτο το Ντουμπρόβνικ, έμποροι, δάσκαλοι, λογοτέχνες και γενικά άνθρωποι μορφωμένοι, οι οποίοι μετέδιδαν τις κυρίαρχες τάσεις της ιταλικής πνευματικής ζωής. Αντίστροφα, Κροάτες αριστοκράτες, έμποροι αλλά και διάφοροι τεχνίτες από τις δαλματικές πόλεις μετέβαιναν ή για επαγγελματική απασχόληση ή για σπουδές στα πανεπιστήμια και στα άλλα πνευματικά ιδρύματα της Ιταλίας. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τα επιστημονικά και μη κείμενα να γράφονται στα λατινικά, η οποία ήταν και η κυρίως γραπτή γλώσσα της εποχής.   
Ο Crnković υποστηρίζει ότι η ύπαρξη και η χρήση της ‘γκλαγκολιτικής’ αποτέλεσε το σύμβολο της πνευματικότητας και της γραμματολογίας των Κροατών. Δυστυχώς, όμως, όπως επισημαίνει η ‘γκλαγκολιτική’ απωλέσθηκε για τους Κροάτες, με το πέρασμα των αιώνων, και κατ’ αυτόν τον τρόπο ετέθη στο ιστορικό περιθώριο και ένα διευρυμένο τμήμα της αρχαίας παράδοσής τους. Ο ίδιος υποστηρίζει και πολλά άλλα, μεταξύ των οποίων κρίνουμε ότι τα συμαντικότερα είναι: α) Η ‘γκλαγκολιτική’ συνέβαλε ώστε να ενισχυθεί η Χριστιανική πίστη ανάμεσα στον Κροατικό λαό και αξίζει να της δοθούν εύσημα για ό,τι προσέφερε στην εκπαίδευση των καθολικών κληρικών και πιστών. β) Η ‘γκλαγκολιτική’ δεν αποτελεί μόνο την παλαιά κροατική εκκλησιαστική γλώσσα, αλλά και την παλαιά κροατική καθομιλούμενη, η οποία ήταν αυτόχθονη και ανεξάρτητη γλώσσα των Κροατών. γ) Δυστυχώς η θέση της ‘γκλαγκολιτικής’ εξαρτάτο άμεσα από την στάση και την πολιτική της εκκλησιαστικής ηγεσίας, η οποία δεν ήταν πάντα η ίδια. Ορισμένοι εκκλησιαστικοί ηγέτες έδειχναν ιδιαίτερη στοργή και μέριμνα για την καλλιέργεια της αλφαβήτου, όπως, για παράδειγμα, ο επίσκοπος Ζάρας Vicko Zmajevći (1670-1745). Όμως υπήρχαν και Αρχιερείς, οι οποίοι δεν έδιδαν τη δέουσα προσοχή στη συντήρηση της ‘γκλαγκολιτικής’.[51]  
Στη συνέχεια, ο Crnković, προσπαθεί με τον δικό του τρόπο να εξηγήσει γιατί όλοι οι Ρωμαιοκαθολικοί λαοί είχαν το δικαίωμα χρησιμοποίησης της δικής τους γλώσσας και αλφαβήτου, ενώ οι Κροάτες δεν είχαν το δικαίωμα χρησιμοποίησης της ‘γκλαγκολιτικής’. Μεταξύ των άλλων, λέγει πως η κροατική αλφάβητος, η ‘γκλαγκολιτική’, απωλέσθηκε εξ ολοκλήρου στη δίνη του γιουγκοσλαβικού κομμουνισμού. Οι κομμουνιστές ήταν αυτοί που την ξερίζωσαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και όλοι οι Κροάτες παραιτήθηκαν από την υπεράσπιση της ‘γκλαγκολιτικής’. Την εγκατέλειψαν σαν να μην ήθελαν να διατηρήσουν και να ενισχύσουν και περαιτέρω την Κροατική εθνική συνείδησή  τους εντός του νέου Ομοσπονδιακού κράτους της Γιουγκοσλαβίας. Ο συγγραφέας του βιβλίου χαρακτηρίζει την περίοδο του κομμουνισμού ως εποχή τρομοκρατίας. Οι Κροάτες λέγει δεν είχαν τη δυνατότητα να ασχοληθούν με την καλλιέργεια της ‘γκλαγκολιτικής’. Όμως, όπως συμπεραίνει, δεν έπρεπε να  επιτρέψουν να απωλεσθεί και να λησμονηθεί, διότι αποτελεί ένα ζωντανό πνευματικό αγαθό των Ρωμαιοκαθολικών Κροατών. Όποιος λοιπόν Κροάτης απαρνείται σήμερα την ‘γκλαγκολιτική’ αλφάβητο, απαρνείται εξολοκλήρου την κροατική πνευματικότητα και εκκλησιαστική ύπαρξη των Κροατών.
Σύμφωνα με την άποψη του Crnković, η ‘γκλαγκολιτική’, πρέπει να λάβει εκ νέου τη θέση της στην καθημερινή ζωή των Κροατών πιστών και να χρησιμοποιηθεί όπως στη Θεία Λειτουργία και σε όλες τις εορτές και άλλες επίσημες συναντήσεις. Τέλος, ο συγγραφέας τονίζει πως με την ανασύσταση του κράτους της Κροατίας, θα έπρεπε να αποκατασταθεί και η χρήση της ‘γκλαγκολιτικής’ αλφαβήτου ανάμεσα στον κροατικό λαό. Η αλήθεια πάντως είναι ότι μέχρι στιγμής έχουν γίνει ορισμένες τέτοιες προσπάθειες, όχι όμως και με το αναμενόμενο αποτέλεσμα.[52]
Ολοκληρώνοντας την παρούσα μελέτη οφείλουμε να συνοψίσουμε τα πορίσματα αυτής ως εξής: α) Λόγω της γεωγραφικής θέσης της Κροατίας κυριάρχησαν από νωρίς η λατινική γλώσσα και ο ρωμαιοκαθολικός κλήρος. Ιδιαίτερα αυτό έγινε αισθητό στη Δαλματία, η οποία ήταν ανέκαθεν πεδίο δράσεως της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Έτσι, η λατινική γλώσσα ήταν και η επίσημη γλώσσα του κράτους στις επαφές με τους Ούγγρους και τους άλλους λαούς. β) Από τον 9ο αιώνα στην Κροατία χρησιμοποιούσαν σε γραπτά κείμενα τη παλαιοσλαβική, η οποία καταγραφόταν με το ‘γκλαγκολιτικό’ αλφάβητο. Σε αυτό γράφονταν, εκτός από τα εκκλησιαστικά κείμενα, και τα διάφορα λαϊκά αναγνώσματα. Βαθμιαία η γλώσσα εμπλουτιζόταν και εχρησιμοποιείτο και σε κρατικά κείμενα, όπως συμβόλαια, νομικά και λογοτεχνικά έργα. γ) Το ‘γκλαγκολιτικό’ αλφάβητο θεωρείται στην Κροατία ως το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό πολιτισμικό στοιχείο της χώρας και της κροατικής γραμματείας. Αυτό θεωρούν ότι τούς διαφοροποιούσε από τον πολιτισμό της Δύσης, ο οποίος χρησιμοποιούσε το λατινικό αλφάβητο αλλά και από τους Σέρβους, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν το κυριλλικό. Σήμερα με την έρευνα των ‘γκλαγκολιτικών’ κειμένων ασχολείται το Ινστιτούτο παλαιοσλαβικής γλώσσας στο Ζάγκρεμπ. δ) Μετά απ’ όσα αναφέραμε προκύπτει εύλογα το εξής ερώτημα: μήπως πίσω από το ενδιαφέρον ορισμένων Κροατών ερευνητών και τις απόψεις τους κρύπτονται έντονα και ορισμένα εθνικά κίνητρα;  


Συμπεράσματα

Οι δύο ελληνικής καταγωγής αδελφοί, από τη Θεσσαλονίκη, Κύριλλος και Μεθόδιος κόμισαν κεφαλαιώδη πνευματική και πολιτισμική κληρονομιά στον κόσμο των Σλάβων. Το έργο τους είναι κοσμοϊστορικής σημασίας, διότι εκφεύγει κατά πολύ από τα στενά όρια ενός λαού ή έθνους. Είναι διεθνές, με παγκόσμια σημασία και οι δύο αυτές μεγάλες προσωπικότητες βρίσκονται πάντοτε στο επίκεντρο του επιστημονικού ενδιαφέροντος όχι μόνο των σλαβικών λαών αλλά και όσων μη Σλάβων επιστημόνων επιθυμούν να μελετήσουν τον σλαβικό κόσμο και την ιστορία του.  
Ο Κύριλλος, αφού συνέθεσε το ‘γκλαγκολιτικό’ αλφάβητο και μετέφρασε τα ευαγγελικά αναγνώσματα στα σλαβικά, αναχώρησε από κοινού με τον αδελφό του, Μεθόδιο, για τη Μοραβία. Η αποστολή αυτή έγινε ύστερα από παράκληση του εκεί άρχοντα Ράστισλαβ προς τον αυτοκράτορα Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Γ΄.  Εκείνη λοιπόν τη στιγμή το Βυζάντιο κληροδοτούσε στους Σλάβους έναν ολόκληρο πολιτισμό και μία μοναδική πνευματική καλλιέργεια για τη μετέπειτα εξέλιξή τους. Με την οργάνωση από τους αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο της εκκλησιαστικής ζωής των Μοραβών, εισήχθη εκεί όχι μόνο ο γραπτός σλαβικός λόγος, αλλά και η σλαβική γλώσσα στην εκκλησιαστική ζωή, διαρρηγνύοντας έτσι την ενιαία επικράτηση της λατινικής. Με τον τρόπο αυτό άρχισε να δημιουργείται στο κέντρο της Ευρώπης μια νέα παράδοση, Σλαβική και θεματοφύλακας αυτής της κυριλλομεθοδιανής παράδοσης, ανά τους αιώνες, έγινε η Ορθόδοξη Εκκλησία.        
Όμως στη σύγχρονη εποχή υπάρχει προσπάθεια πολλών Κροατών ερευνητών και επιστημόνων να αντικρούσουν την ιστορική πραγματικότητα, σχετικά με το έργο και τη δράση του Κυρίλλου και Μεθοδίου, η οποία οδηγεί σε αυθαίρετους συλλογισμούς, διότι δεν δύναται να επιχειρηματολογήσουν επί τη βάσει των πηγών. Όλα αυτά πιστεύουμε ότι γίνονται με σκοπό να στηρίξουν τόσο την εκκλησιαστική όσο και την πολιτική υπόστασή τους με έναν διαφορετικό τρόπο. Είναι περιττό λοιπόν να λεχθεί οτιδήποτε για τις ιστορικές ανακρίβειες και τον εντονότατο θρυλικό χαρακτήρα των διαφόρων διηγήσεων και συνειρμών. Εν κατακλείδι, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η κυριλλομεθοδιανή κληρονομιά μεταφυτεύθηκε στην Κροατία, το πιθανότερο μετά το έτος 885, από μία ομάδα εκδιωγμένων, από τη Μοραβία, μαθητών του Μεθοδίου, η οποία και έφερε στην Κροατία την παράδοση αυτή. Άλλωστε, και η λατρευτική παράδοση, την οποία καθιέρωσαν οι αδελφοί Κύριλλος και Μεθόδιος στη Μοραβία, δεν επέζησε μετά το θάνατό τους λόγω της ισχυρής πίεσης του φραγκικού κλήρου. 
    


Βιβλιογραφία
Αγγελόπουλος Αθαν., Η Σερβική Ορθόδοξος Εκκλησία – Ο κόσμος της Ορθοδοξίας, Θεσσαλονίκη 1984.
Αγγελόπουλος Αθαν., Τό πολυθεϊστικόν θρήσκευμα των αρχαίων Σλάβων, Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη  1967, σσ. 43-60.
Avenarius Alex., Ο Βυζαντινός πολιτισμός και οι Σλάβοι, Αθήνα 2008
Biondić Ι., Historia reducta. Umanjena povjesnica. Drama hrvatske indentifikacije, Zagreb 2006
Boba Imre, Novi pogled na poviest Moravie. Preispitivanje povijesnih izvora o Moravskoj, Rastislavu, Sventoplku i o svetoj braći Ćirilu i Metodu, Split 1986
Butarac J. –Ivandija A., Povijesti katolicke crkve medju Hrvatima, Zagreb 1973
Crnković Nikola, Hrvati za narodnih vladara, Novalja 2007
Δαπεργόλας Νεκτάριος, Σλαβικές εγκαταστάσεις στη Μακεδονία. Από τον 7ο έως τον 9ο αιώνα, Θεσσαλονίκη 2009
Добрев И., «Кирилица», Кирило-Меτодиевска Енциклопедия, II, София 1995
Echhardt T., Theorien über den Ursprung der Glagolica, Slovo, 13 (1963)
Ferjančić B., Dolazak Chrvata I Srba na Balkansko poluostrvo, Zbornik radova Vizantološkog institute 35 (1996), 117-154
Георгиев Е., Началото на славянската писменост в България, (Studia historicko- philologica Serdicensia, т. III, 1), София 1942
Гранстрем Е. Э., О происхожденин глаголической азбуки, Труды Отдела Древне-русской Литературы, XI, 1955
Η Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μετ. Ντουντού Σαούλ, Πανεπιστημίου Καίμπριτζ, Αθήνα 1979
Ivanov Jord., Balgarski starin I iz Makedonija, Sofija 1970
Jagić V., Die Entstehungsgeschichte der kirchenslavischen Sprache, Berlin 1913
Japundžić Marko, Tragom hrvatskoga glagolizma, Zagreb 1995   
Ягич Ј. В., Глаголическое письмо, Энциклопедия славянскоѝ филологии, Санктпетербург 1911
Ягич Ј. В., Рассуждения южнославянской и русской старины о церковно-славянском язике, Санкт-Петербургь 1896
Λόης Γ. Ν., Η εποίκηση των Σλάβων στην Πελοπόννησο, ‘Εκκλησιολόγος’, Πάτρα, Ιαν. 2009
Μαλιγκούδης Φαίδων, Ελληνισμός και Σλαβικός κόσμος, Θεσσαλονίκη 2006
Μαλιγκούδης Φαίδων, Η Θεσσαλονίκη και ο κόσμος των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 1991
Mandić Dominik, Rasprave i prilozi iz stare hrvatske povijesti, Rim 1963
Mala enciklopedija Prosveta, III. izdanje, Beograd 1978
Mužić Ivan, Podrijetlo i pravjera Hrvata,  Autohtonost u hrvatskoj etnogenezi na tlu rimske provincije Dalmacije,  Split, 1991
Mužić Ivan, Podrijetlo i pravjera Hrvata,  Autohtonost u hrvatskoj etnogenezi na tlu rimske provincije Dalmacije,  Split, 1991
Νυσταζοπούλου – Πελεκίδου Μ., Βυζάντιο και Σλάβοι – Ελλάδα και Βαλκάνια (6ος – 20ος αι.), Θεσσαλονίκη 2001
Νυσταζοπούλου – Πελεκίδου Μ., Σλαβικές εγκαταστάσεις στη μεσαιωνική Ελλάδα, Αθήνα 2000
Ostrogorski G., Vizantijsko carstvo i okolni svet u VII veku, Beograd 1970.
Pavličević Dragutin, Povijest Hrvatske,VI izdanje, Zagreb 2007.
Radojičić Djordje S., Ćirilica, Enciklopedija Jugoslavije, 2, Zagreb 1961
Šanjek Fr., Kršćanstvo na hrvatskom prostoru. Pregled religiozne povijesti Hrvata, (7-20. st.), KS, Zagreb 1996
Šidak Jaroslav, Djed, Enciklopedija Jugoslavije, 3, Zagreb 1958
Šišić F., Pregled povijesti Hrvatskogo naroda, Zagreb 1975
Šonje A., Svetovidov kult na otoku Pagu, Povjesno-etnografski zapis, Dometi, 7-12, Rijeka 1995
Ταρνανίδης Ι., Οι κατά Μακεδονίαν Σκλαβήνοι. Ιστορική πορεία και σύγχρονα προβλήματα προσαρμογής, Θεσσαλονίκη 2001
Ταρνανίδης Ι., Σελίδες από την εκκλησιαστική γραμματεία των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 2004
Ταχιάος Αν. Αιμ., Βυζάντιο - Σλάβοι - Άγιο Όρος, Θεσσαλονίκη 2006
Ταχιάος Αν. Αιμ., Κύριλλος και Μεθόδιος, οι θεμελιωτές της αρχαίας σλαβικής γραμματείας, Θεσσαλονίκη 1992
Tomičić ZlatkoLovrić Andrija- Željko, Staroiransko podrijetlo Hrvata. Zbornik simpozija, Zagreb 24. Iipnja 1998, Zagreb-Tehran 1999
Ζακυθηνού Α., Βυζαντινή Ιστορία 324-1071, Αθήνα 1972
Ζακυθηνού Δ., Οι Σλάβοι εν Ελλάδι. Συμβολαί εις την Ιστορίαν του Μεσαιωνικού Ελληνισμού, Αθήνα 1945
Živković Tibor, Južni Sloveni pod Vizantijskom vlašću 600-1025, Beograd 2007





[1] B. Ferjančić, Dolazak Chrvata i Srba na Balkansko poluostrvo, Zbornik radova Vizantološkog Institute 35 (1996), 117-154 & Dragutin Pavličević, Povijest Hrvatske,VI izdanje, Zagreb 2007.
[2] Mala enciklopedija Prosveta, III. izdanje, Beograd 1978.
[3] Το έτος 795 έχουμε την κατάρρευση του Αβαρικού χαγανάτου.
[4] F. Šišić, Pregled povijesti Hrvatskogo naroda, Zagreb 1975.
[5] Franjo Šanjek, Kršćanstvo na hrvatskom prostoru. Pregled religiozne povijesti Hrvata, (7-20. st.), KS, Zagreb 1996, str. 50.
[6] Γνωρίζουμε ότι γύρω στα 614 μ.χ, πριν την κάθοδο των Κροατών, υπήρξε η κατάληψη της πόλης Σάλωνα (προάστιο της πόλης Σπλίτ) στη Δαλματία, ύστερα από επίθεση, από τους Αβαροσλάβους. Την περίοδο αυτή ήταν γενικευμένες οι επιθέσεις των αβαροσλάβων στη Δαλματία.
[7] Ivan Mužić, Podrijetlo i pravjera Hrvata,  Autohtonost u hrvatskoj etnogenezi na tlu rimske provincije Dalmacije,  Split, 1991, str. 161-175.
[8] Zlatko Tomičić – Andrija- Željko Lovrić, Staroiransko podrijetlo Hrvata. Zbornik simpozija, Zagreb 24. Iipnja 1998, Zagreb-Tehran 1999
[9] Dominik Mandić, Rasprave i prilozi iz stare hrvatske povijesti, Rim 1963, str. 140-142.
[10] Nikola Crnković, Hrvati za narodnih vladara, Novalja 2007, str. 260-261.
[11] Jaroslav Šidak, Djed, Enciklopedija Jugoslavije, 3, Zagreb 1958, str. 19.
[12] Σχετικά με την Ιστορία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στους Κροάτες, βλ. J. Butarac – A. Ivandija, Povijesti katolicke crkve medju Hrvatima, Zagreb 1973.
[13] A. Šonje, Svetovidov kult na otoku Pagu, Povjesno-etnografski zapis, Dometi, 7-12, Rijeka 1995, str. 107-118.
[14] Σχετικά με τους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο και την ολοκληρωμένη βιβλιογραφία γύρω από τη ζωή και το έργο τους, βλ. Αν. Αιμ. Ταχιάος, Κύριλλος και Μεθόδιος, οι θεμελιωτές της αρχαίας σλαβικής γραμματείας, Θεσσαλονίκη 1992. 
[15] Για την αλληλογραφία Ράστισλαβ και Μιχαήλ Γ΄ και την αποστολή στη Μοραβία, βλ. Αν. Αιμ. Ταχιάος, Κύριλλος και Μεθόδιος, ο.π., σσ. 92-113.
[16] Η εδαφική έκταση του βραχύβιου, μεσαιωνικού, κράτους της Μοραβίας, το οποίο θα καταλυθεί από τους Ούγγρους το 907, περιλάμβανε τα εδάφη της σημερινής Τσεχίας, της δυτικής Σλοβακίας, της νότιας Πολωνίας, καθώς και το δυτικό τμήμα της σημερινής Ουγγαρίας.
[17] Dominik Mandić, ο.π., str. 397.
[18] Σχετικά με τα Σλαβικά φύλα και την παρουσία τους στα Βαλκάνια, η πιο παλαιά αναφορά είναι του Ψευδοκαισάριου, από τον 5ο αιώνα, η οποία διατυπώνει λόγο περί «Σκλαβήνων». Όμως πιο σημαντικές πληροφορίες για την εγκατάσταση των διαφόρων σλαβικών φύλων σε περιοχές στον βόρειο ελληνικό χώρο και γύρω από τη Θεσσαλονίκη, μας δίνει ένα κείμενο, πηγή, του 7ου αιώνα, και αυτό είναι: ‘Τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου’, το οποίο, παρά τον θρησκευτικό χαρακτήρα, μας παρέχει πολύτιμες πληροφορίες. ‘Τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου’ γράφτηκαν από το μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Ιωάννη και από κάποιον άγνωστο συνεχιστή του και είναι αυτά που διασώζουν και τη μοναδική μαρτυρία για την πρώτη πολιορκία της Θεσσαλονίκης από τους Αβαροσλάβους το έτος 586 ή 597. Επίσης, η παρουσία των Σλάβων στον ελληνικό χώρο, στα τέλη του 6ου αιώνα, επιβεβαιώθηκε στις μέρες μας και από ανασκαφές.    
[19] Φαίδων Μαλιγκούδης, Ελληνισμός και Σλαβικός κόσμος, Θεσσαλονίκη 2006, σσ. 127-136
[20] Για τις σχέσεις των Σλάβων με τη Θεσσαλονίκη, βλ. Α. Ζακυθηνού, Βυζαντινή Ιστορία 324-1071, Αθήνα 1972, σ. 132. & Φ. Μαλιγκούδη, Η Θεσσαλονίκη και ο κόσμος των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 55-79.
[21] V. Jagić, Die Entstehungsgeschichte der kirchenslavischen Sprache, Berlin 1913, se. 270-281.
[22] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο - Σλάβοι - Άγιο Όρος, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 74. & Ι. Ταρνανίδης, Σελίδες από την εκκλησιαστική γραμματεία των Σλάβων, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 155.
[23] Σχετικά με την ‘γκλαγκολιτική’ αξίζει να διαβάσει ο ειδικά ενδιαφερόμενος την κλασική μελέτη του Ј. В. Ягич, Глаголическое письмо, Энциклопедия славянскоѝ филологии, Санктпетербург 1911, cтр. 51-229.
[24] Γνωρίζουμε ότι το 1094 ιδρύθηκαν οι επισκοπές του Ζάγκρεμπ και της Varaždin, οι οποίες υπάγονταν στην ουγγρική αρχιεπισκοπή του Gran. Στις επισκοπές αυτές κυριαρχούσε η λατινική έως τον 15ο αιώνα.
[25] Nikola Crnković, ο.π., str. 279.
[26] Е. Э. Гранстрем, О происхожденин глаголической азбуки, Труды Отдела Древне-русской Литературы, XI, 1955, cтр. 303-313.
[27] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 25.
[28] Djordje S. Radojičić, Ćirilica, Enciklopedija Jugoslavije, 2, Zagreb 1961, str 626.
[29] Σχετικά με τη δημιουργία της ΄γκλαγκολιτικής΄, βλ.  T. Echhardt, Theorien über den Ursprung der Glagolica, Slovo, 13 (1963), str. 87-117.
[30] Ο Μεθόδιος αποσύρθηκε σε κάποια μονή τους όρους Όλυμπος, που βρίσκεται στη Βιθυνία της Μικράς Ασίας. Αργότερα εκεί μετέβη και ο αδελφός του Κύριλλος. Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 97.
[31] Jord. Ivanov, Balgarski starin I iz Makedonija, Sofija 1970, str. 446
[32] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Κύριλλος και Μεθόδιος, ο.π., σσ. 192-203.
[33] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σσ. 129-130.
[34] Ј. В. Ягич, Рассуждения южнославянской и русской старины о церковно-славянском язике, Санкт-Петербургь 1896, str. 9-31.
[35] И. Добрев, «Кирилица», Кирило-Меτодиевска Енциклопедия, II, София 1995, стр. 301-310.
[36] Е. Георгиев, Началото на славянската писменост в България, Studia historicko- philologica Serdicensia, т. III, ), София 1942.
[37] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 71.
[38] Marko Japundžić, Tragom hrvatskoga glagolizma, Zagreb 1995. 
[39] Η απαγορευτική αυτή διάταξη θεωρήθηκε από ορισμένους ερευνητές ότι είναι μεταγενέστερη, του έτους 1059-1060. Alex. Avenarius, Ο Βυζαντινός πολιτισμός και οι Σλάβοι, Αθήνα 2008, σ. 252.
[40] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 141-163.
[41] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 114.
[42] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 115.
[43] Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 119.
[44] Οι επισκοπές του Passau και του Σάλτσμπουργκ, οι οποίες ασκούσαν την εκκλησιαστική δικαιοδοσία τους στις δύο γειτονικές σλαβικές χώρες, έβλεπαν  ότι το έργο του Κυρίλλου και του Μεθοδίου δημιουργούσε προϋποθέσεις για την εκκλησιαστική και πολιτιστική ανεξαρτητοποίηση του σλαβικού κόσμου της κεντρικής Ευρώπης. Η ανεξαρτητοποίηση αυτή θα είχε ως αποτέλεσμα να αποδεσμεύσει τους Σλάβους από την πιεστική κηδεμονία των Φράγκων και να τους θέσει υπό την άμεση δικαιοδοσία της Ρώμης. Αν. Αιμ. Ταχιάος, Βυζάντιο, ο.π., σ. 117.
[45] Τα περισσότερα αρχαία σλαβικά χειρόγραφα, γκλαγκολιτικής, βρέθηκαν στο Άγιον Όρος και στο Σινά. Ακόμα και η λατρευτική παράδοση, την οποία καθιέρωσαν, ο Κύριλλος και Μεθόδιος στη Μοραβία, δεν επέζησε μετά τον θάνατό τους λόγω της ισχυρής πίεσης του φραγκικού κλήρου. Έτσι, αναζητώντας τα ίχνη της λατρευτικής αυτής παράδοσης, η έρευνα στρέφεται προς τον χώρο όπου έδρασαν οι μαθητές τους και ίδρυσαν τα νέα ιεραποστολικά κέντρα και όχι στον χώρο όπου δραστηριοποιήθηκαν οι Θεσσαλονικείς αδελφοί. Στη Μοραβία και Παννονία δεν σώθηκε τίποτε σχετικό.   
[46] Nikola Crnković, ο.π., str. 284.
[47] Imre Boba, Novi pogled na poviest Moravie. Preispitivanje povijesnih izvora o Moravskoj, Rastislavu, Sventoplku i o svetoj braći Ćirilu i Metodu, Split 1986.
[48] Nikola Crnković, ο.π., str. 286-289.
[49] Ι. Ταρνανίδης, ο.π., σ. 151.
[50] Nikola Crnković, ο.π., str. 290-292.
[51] Nikola Crnković, ο.π., str. 301-303.
[52] Παρότι ο Crnković διατυπώνει λόγο για την δίωξη της ‘γκλαγκολιτικής’ στην Κροατία την περίοδο του κομμουνισμού, οι περισσότερες προσπάθειες για την επαναχρησιμοποίησή της έγιναν στην Κροατία τη δεκαετία του 1960, στην περιοχή της Ιστρίας και στην παραθαλάσσια πόλη Ριέκα. Στην Ριέκα μάλιστα εγκαινιάστηκε και η μόνιμη Έκθεση της ‘γκλαγκολιτικής’, την οποία οργάνωσαν ο Dr. Branko Fučić, η Dr. Vanda Ekl και ο πολιτικός μηχανικός Igor Emili.  Επίσης, το έτος 1995 στην ίδια πόλη εκδόθηκε και ένα βιβλίο με τίτλο «Η γκλαγκολιτική για αρχαρίους», του Frane Paro.

14 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Άριστος γνώστης της ιστορίας της Εκκλησιαστική των Σλάβων και καλός Θεολόγος. Όταν τον διαβάζεις μαθαίνεις πράγματα τα οποία δεν γνωρίζεις.

Ανώνυμος είπε...

Είχα την τύχη να έχω τον κ. Γεώργιο Λόη καθηγητή στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Περιττό είναι να πω τα πόσα μάθαμε για διάφορα θέματα που απασχολούν τα Βαλκάνια σήμερα. Είναι πράγματι άριστος γνώστης της Ιστορίας των Βαλκανίων και κυρίως των Νοτίων Σλάβων. Τα εθνοφυλετικά ζητήματα τα γνωρίζει όσο κανείς άλλος στην Ελλάδα. Του ευχόμαστε καλή συνέχεια και να μας ενημερώνει πάντα για κάθε νέο σύγγραμμα. Αξίζει να τον διαβάζει κανείς.
π. Φ.

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Αναστάσιε πάντα μας εκπλήσσεις θετικά. Υπέροχη η εργασία που ανήρτησες. Τη διάβασα και έμαθα πολλά άγνωστα πράγματα. Συγχαρητήρια και στον καθηγητή Λόη.

Ανώνυμος είπε...

Και γω τον είχα καθηγητή στο ΕΑΠ.
Με δυο λόγια, άνθρωπος με ήθος με αγάπη για την δουλειά του με ενδιαφέρον για τον φοιτητή.
Άριστος γνώστης του αντικειμένου του και απορώ πως δεν τον έχουν "εκμεταλλευτεί" τα δημόσια πανεπιστήμια.
Οτι και να πούμε για τον κ.Λόη είναι λίγο.
Αξίζει κανείς να τον γνωρίσει από κοντά να καταλάβει το ποιόν του ανδρός.
κ.Λόη ευχαριστούμε για όλα όσα κάνατε και εύχομαι ο Θεός να σας δίνει δύναμη,υπομονή και κουράγιο στον δύσκολο και πολλές φορές ανταγωνιστικό δρόμο της γνώσης.
Ευχαριστούμε!

Ν.Σ

Ανώνυμος είπε...

Πλούτισα τις γνώσεις μου με γεγονότα που εν γνώριζα για μια περοχή γνωστή η οποία ιστορικά μου ήταν άγνωστη.

Ανώνυμος είπε...

Θέλω να συγχαρώ τον συγγραφέα για το άρθρο. Πραγματικά υπέροχο και κατατοπιστικό. Άγνωστα πράγματα για τους πολλούς και όμως συμβαίνουν τόσο κοντά μας. Και πάλι συγχαρητήρια στον καθηγητή κ. Λόη.

Ανώνυμος είπε...

Συγχαρητήρια! Πραγματικά πολύ καλό!!

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό!!

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ Ιστολόγε σε συγχαίρω για το ποιοτικό υλικό που αναρτείς. Την συγκεκριμένη εργασία την διάβασα. Έχω μείνει έκπληκτος με όσα έμαθα. Είναι άκρως επιστημονική. Τελικά διαπιστώνουμε ότι η προσπάθεια αλλοίωσης της Ιστορίας μας έχει πολλές μορφές. Δεν γνωρίζω τον καθηγητή Λόη αλλά από τα κείμενά του που έχω διαβάσει διαπιστώνω την μεγάλη γνώση και εξειδίκευση που έχει. Θα ήθελα κάποια στιγμή να τον ακούσω σε εισήγηση και να τον γνωρίσω προσωπικά. Όταν μάθω για ομιλία του θα προσπαθήσω να έρθω Πάτρα. Γνωρίζω ότι είναι ειδικός για το Μακεδονικό. Καλή συνέχεια και ευχαριστούμε τον ιστολόγο.

Ανώνυμος είπε...

Συγχαρητήρια στον καθηγητή. Άγνωστα για τους πολλούς θέματα.

Ανώνυμος είπε...

Διάβασα την εργασία και έχω μείνει έκπληκτος από τα στοιχεία που παραθέτει ο καθηγητής. Συγχαρητήρια.

Ανώνυμος είπε...

Σχετικά με την καταγωγή των δύο ισαποστόλων έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις προπαγανδιστικές και από Βουλγαρικής πλευράς κατά καιρούς. Για τους Κροάτες δεν το γνώριζα και πραγματικά ήταν σπουδαία εργασία. Συγχαρητήρια και από εμένα.

Ανώνυμος είπε...

Μόλις διάβασα την εργασία του κ. Λόη. Συγχαρητήρια στον διαχειριστή της Ιστοσελίδας και τον ευχαριστούμε για την ποιότητα που προσφέρει. Θα την χρησιμοποιήσω σε εργασία που ετοιμάζω για την σχολή μου. Οι πηγές και το υλικό της εργασίας είναι εξαιρετικό.

Ανώνυμος είπε...

Πραγματικά εξαιρετική δουλειά. Τον έχω γνωρίσει τον κ. Νεκτάριο Λόη και μόνον τα καλύτερα έχω να πω. Χαίρομαι που η πόλη μας έχει τέτοιους επιστήμονες. Λυπάμαι όμως για όσα διάβασα και για την προπαγάνδα που γίνεται εις βάρος της Ιστορίας μας.